Το πολυπολιτισμικό Αιγαίο
Είναι γνωστό ότι κάθε καλοκαίρι το όμορφο Αιγαίο καθίσταται βιοτικό ή ακόμη και φαντασιακό επίκεντρο πολλών χιλιάδων Ελλήνων και ξένων τουριστών. Λίγοι όμως από αυτούς φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει ότι το συγκεκριμένο σταυροδρόμι της Μεσογείου έχει αποτελέσει ανά τους αιώνες μια εκπληκτική και γόνιμη χοάνη ποικίλων λαών και πληθυσμών, που ο καθένας από αυτούς έχει αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στο ιστορικό του πέρασμα. Ωστόσο, κατά την κυρίαρχη στη χώρα μας εθνικιστική αφήγηση, ο πληθυσμός των νησιών δεν έχει αλλάξει ποτέ από την εποχή των αρχαίων χρόνων, ενώ ακόμα και οι τοπικές διάλεκτοι θεωρείται ότι έχουν άμεση σχέση με τις αρχαίες διαλέκτους!
Όμως, μελετώντας τα επιστημονικά στοιχεία, δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι, παρ’ όλο που οι νησιώτες καυχώνται ότι είναι καθαρόαιμοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων (αν και κατά την αρχαιότητα η επιμειξία δεν ήταν κάτι το άγνωστο), η ιστορική πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική: οι πληθυσμοί όλων των νησιών του Αιγαίου έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές, ακόμη και πριν από μερικές εκατονταετίες, γεγονός που πρέπει να εκλαμβάνεται ως θετικό και όχι ως αρνητικό.
Αν μελετήσει κανείς την κατάσταση που επικρατούσε στα νησιά του Αιγαίου τον Μεσαίωνα, θα διαπιστώσει άγνωστες και σπάνιες μαρτυρίες από πλήθος περιηγητών (ιστορικών, αρχαιολατρών κ.λπ.), οι οποίοι σε χρονικό εύρος εκατοντάδων χρόνων περιγράφουν πολλά νησιά ως ακατοίκητα και παντελώς έρημα. Μεγάλες μάστιγες ήταν οι πόλεμοι, οι συχνές θανατηφόρες επιδημίες και η πειρατεία, εξ αιτίας της οποίας χιλιάδες κάτοικοι των νησιών -και όχι μόνο- σύρθηκαν ως δούλοι στα παζάρια της Ανατολής. Τα πληθυσμιακά κενά τα αναπλήρωναν κατά καιρούς διάφορες ομάδες ανθρώπων από άλλα μέρη, όπως από τη βόρεια Αφρική, την Ανατολή και, σε αρκετές περιπτώσεις, φτωχοί Αλβανοί.
Συνολικά, η κατάσταση των Κυκλάδων στο τέλος της φραγκοκρατίας είναι πολύ γνωστή από βενετικές και άλλες δυτικές πηγές και είναι πλήρως διατυπωμένη σε ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα κεφάλαια του Miller στο «Latins in the Levant», όπου φαίνεται πως είχαν φτάσει στο χαμηλότερο σημείο της παρακμής τους. Μάλιστα, μια βενετική αναφορά τού 1563 μάς πληροφορεί ότι από τα 16 νησιά, που ανήκαν στο Δουκάτο της Νάξου, μόνο τα πέντε ήταν κατοικημένα (Νάξος, Σαντορίνη, Μήλος, Σύρος και Πάρος) και μόνο η Μήλος είχε κάτι που έμοιαζε με ακμαία κατάσταση.
Άρα, είχαν ερημωθεί πληθυσμιακά τα νησιά Μύκονος, Δήλος, Γυάρος, Κίμωλος, Κύθνος, Σέριφος, Φολέγανδρος, Αντίπαρος, Αστυπάλαια, Αμοργός και Ανάφη. Ας ληφθεί υπόψη ότι τα νησιά πλήρωναν όχι μόνο φόρους υποτελείας αλλά και τοπικά τέλη κι έτσι, ακόμη και χωρίς φρουρά κατοχής, η φορολογία και η πειρατεία έκαναν τη ζωή σχεδόν ανυπόφορη. Ο ιστορικός Crusius επικαλείται και πηγή της Σαντορίνης του 1577 που επιβεβαιώνει ότι τα νησιά Ίος, Σέριφος, Μύκονος, Αστυπάλαια, Αμοργός και Ανάφη ήταν κατοικημένα και οχυρωμένα. Η Αντίπαρος ερημώθηκε μετά την εισβολή του περίφημου πειρατή Barbarossa και έγινε ακατοίκητη. Η Ίος ερημώθηκε μεταξύ 1558 και 1575, οπότε το σύνολο του πληθυσμού απήχθη από τους πειρατές. Το 1575 κατοικήθηκε από φτωχούς Αλβανούς, ενώ το 1638 ο πληθυσμός αριθμούσε 300 άτομα. Ειδικότερα, από την Ανάφη ο Barbarossa πήρε 600 αιχμαλώτους το 1537 (Cornaro, loc.) κι έτσι μάς δίνεται εικόνα εγκατάλειψης έως το 1563.
Τέλος, η Σαντορίνη υπέφερε σοβαρά από σεισμούς και πειρατές τον 15ο αιώνα, με τον πληθυσμό της να ελαττώνεται το 1470 στους 300 κατοίκους. Το 1479, σαράντα πάμφτωχες οικογένειές της κατέφυγαν στην Κρήτη (Noiret, Documents), ενώ η Σέριφος το 1418 ήταν ακατοίκητη (De Caumont), το 1528 ήταν αραιοκατοικημένη (Bordone), αλλά ο Barbarossa, το 1537, εγκατέστησε εκεί 1.000 περίπου αιχμαλώτους.
{Πηγη:avgi.gr,του Νάσσου Θεοδωρίδη}