ΕΝΑΣ ΠΙΓΚΟΥΙΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΦΗ

2022-06-29 11:57

Ένας πιγκουΐνος στην Ανάφη

Στεκόμουν φορώντας ένα κάπως μακρύ πανωφόρι που θα μπορούσε να είναι ορειβατικό τζάκετ. Ήταν μια κρύα χειμωνιάτικη μέρα και λεπτές νιφάδες χιονιού έπεφταν κεντώντας άτακτα τον αέρα που δυνάμωνε. Στην άκρη του οπτικού μου πεδίου διέκρινα ολοκάθαρα μικρές φιγούρες που κρατούσαν μαύρες ομπρέλες. Μου φάνηκαν σαν παριζιάνικα ανθρωπάκια που μου θύμισαν κάποιο γάλλο ιμπρεσιονιστή ζωγράφο.

Ήμουν αναποφάσιστος αν θα ξεκινούσα τον περίπατο μου προς τη παραλία ή αν θα έπαιρνα το μονοπάτι προς τη Χώρα. Άκουσα ένα στριγκό γαύγισμα πίσω και δεξιά μου. Ήταν το γέρικο μαύρο σκυλάκι των διπλανών ενοίκων. Αυτό με έκανε να αποτραβήξω το βλέμμα μου από το κατακάθι του καφέ στη κούπα μου και να διακόψω την ενατένηση – που με τρόπο καλειδοσκοπικό  - με ταξίδευε στα βάθη του μαύρου, αποκρουστικού, λασπώδους ερέβους. Επέστρεψα στο αγχώδες παρόν. Η ταξιδιωτική μου ενατένηση είχε κρατήσει λίγο. Λιγότερο από την προηγούμενη φορά. Σίγουρα ο λόγος θα ήταν η εξασθένηση της επήρειας του τελευταίου κίτρινου χαπιού, που είχα πάρει λίγο μετά το λιτό πρωινό μου, στο μπαλκόνι μου. Ο πρώην συγκάτοικος  μου, τα είχε αφήσει σαν κέρασμα λέγοντας ότι όξυναν το πνεύμα πιο πολύ από LSD η παρόμοια παραισθησιογόνα. 

Στεκόμουν όρθιος βλέποντας το γαλάζιο πέλαγος, ενώ το βοριαδάκι που δυνάμωνε το ρυτίδωνε. Ηταν ένα πληκτικό μπαλκόνι στο Αιγαίο, μια βαρετή καλοκαιρινή ζεστή μέρα. Αισθανόμουν προδομένος. Είχα ελπίσει πως το χάπι ότι και αν περιείχε θα κρατούσε περισσότερο. Ότι, ίσως θα είχα μια συνεχόμενη εμπειρία από το χθεσινό πράσινο χάπι, όπου βίωσα  μια κατάβαση  με χιονοπέδιλα σε κάτι που έμοιαζε με Ιμαλάια, κυνηγημένος από μια απειλητική, αλλά υπέροχη μουσική υπόκρουση. Αποφάσισα να βάλω το καπέλο μου, να πάρω το μπαστούνι μου και να οδεύσω προς τη Χώρα της Ανάφης. Αίφνης αισθανόμουν ανάλαφρος και αναζωογόνημένος. Θεώρησα ότι το λεπτό χιόνι και οι παριζιάνικες ομπρέλες στο κατακάθι του καφέ λειτούργησε ευεργετικά.  Ένα κύμα αισιοδοξίας, θα την προσδιόριζα ως «στοχαστική ελαφρότητα», με συνεπήρε.

Τοποθέτησα το ολόχρυσο, κρεμαστό ρολόι μου μάρκας ΗAMILTON, στο εξωτερικό τσεπάκι του γιλέκου μου. Χαιρέτησα με ένα απλό ανασήκωμα του κομψού ψάθινου καπέλου μου τη γάτα η το σκύλο του διπλανού μπαλκονιού και αναχώρησα προς την αιωρούμενη άνωθεν μου Χώρα της Ανάφης.

Άρχισα να περπατώ και παρά την ανηφόρα που όλες τις άλλες φόρες με λαχάνιαζε από τα πρώτα βήματα, ένιωσα να ανεβαίνω ανεμπόδιστα, τσουλώντας σαν να φορούσα πέδιλα του σκι σε μια χιονισμένη πλαγιά. Διασταυρώθηκα με κάποιους παραθεριστές που κατέβαιναν από τη Χώρα φορώντας καπέλα, μαγιό και πέδιλα. Δυο παιδάκια κουβαλούσαν ένα πλαστικό στρώμα θαλάσσης. Τους κοίταξα με αηδία. Διέκρινα κάποια βλέμματα που με περιεργάζονταν με ένα είδος χλευασμού. Ήμουν έτοιμος να εκραγώ με την εκρηκτική, δίκαιη οργή που συχνά με συνεπαίρνει. Με προσπέρασαν και συνέχισα αγνοώντας τους επιδειχτικά.

Ήμουν ακόμα ταραγμένος από την αχρειότητα που μόλις  με προσπέρασε, όταν ακινητοποιήθηκα εμβρόντητος. Στο τοιχίο του δρόμου που ανηφόριζε, στην ασπρισμένη επιφάνεια αυτού που ήταν ένα ευμέγεθες Αναφιώτικο σπίτι ήταν ζωγραφισμένος ένας πιγκουΐνος.

Πάνω στην στη κάτασπρη επιφάνεια, ένας αυτοκρατορικός πιγκουΐνος σε φυσικό μέγεθος κοίταζε ή μάλλον ατένιζε στο βάθος πίσω από μένα, το αιγαίο πέλαγος. Ο καλλιτέχνης  είχε σεβαστεί το υπέροχο ζώο προσδίνοντας του αφύσικη φυσικότητα. Αντιλήφθηκα το οξύμωρο της διατύπωσης. Αλλά ήταν το πιο κοντινό σε αυτό που έβλεπα και αισθανόμουν.

Από κάτω με την ιδία μαύρη μπογιά ο καλλιτέχνης είχε γράψει με κεφάλαια.

 Η ΑΥΤΟΚΤΑΤΟΡΙΑ ΑΝΤΕΠΙΤΙΘΕΤΑΙ

  Ένα κύμα ευλογημένης χαράς με συνεπήρε. Ένα θρίαμβος εξεράγη μέσα μου. Υποκλίθηκα με χάρη και ανασηκώνοντας το ψαθάκι μου χαιρέτησα με σεβασμό. Έλεγξα το ολόχρυσο ρολόι τσέπης, και με την βακτηρία με την κοκάλινη λαβή – που, θεέ μου, αντιλήφτηκα με σαρδόνια χαρά είχε το σχήμα πιγκουΐνου –  άρχισα  να ανεβαίνω, περιχαρής και ανάλαφρος προς την λευκή Χώρα της Ανάφης.

Κ.Β. 16.6.2022