ΕΝΤΡΟΠΙΑ;
Εντροπία;
Όταν ήμουν στο τρελοκομείο έρχεται ένας, μια μέρα, και μου λέει: εσύ, τώρα κοιμάσαι ή είσαι ξύπνιος; και πως το ξέρεις;
Φοβερή ερώτηση, έτσι δεν είναι; Είτε είσαι μέσα ή έξω από ένα τρελάδικο.
Και ποιος, σε παρακαλώ, μπορεί να απαντήσει μια τέτοια ερώτηση; Και να είναι και σίγουρος δηλαδή.
Σκέφτηκα λίγο – όχι πολύ – δεν ήμουν από αυτούς με τα υπαρξιακά, ξέρεις. Αλλα ίσως επειδή προβληματίστηκα, δηλαδή με το μυαλό, με τη λογική – άκου λογική χεχε – αυτή η ερώτηση έκατσε μέσα μου, κατά κάποιο τρόπο.
Εκείνη την εποχή, έψαχνα να κάνω κάτι με μένα και πώς να βγάλω τα προς τα ζην. Δυστυχώς με αμολήσανε πολύ γρήγορα από το τρελάδικο για να έχω χρόνο να σκεφτώ τι ήθελα, που, πως, τέτοια πράγματα, καταλαβαίνεις.
Είμαι άνθρωπος αργός, πραγματικά αργός. Είμαι βραδύκαρδος που λένε, σε ηρεμία έχω 45 με 50 σφυγμούς, αντί για 60 και παραπάνω που είναι το κανονικό. Υποθέτω λοιπόν πως αυτό κάνει έναν άνθρωπο αργό, τουλάχιστον αργό στο να ξεκινήσει, να πάρει μπρος, όχι βλάκα, απλά πιο αργό – όχι σπίρτο που λένε – έτσι μου φαίνεται, αλλα μπορεί και να λέω βλακείες.
Τελοσπάντων θυμήθηκα που στο μάθημα της Φυσικής, στο σχολείο, μας λέγανε για την εντροπία. Αυτό δηλαδή, ότι στη Φύση όλα τα πράγματα έχουν ροπή προς το σημείο όπου καταναλώνουν την ελάχιστη ενέργεια, ρέπουν προς την αδράνεια.
Σκέφτηκα ότι ως φυσικό ον, η τάση μου να ρέπω προς τη βραδύτητα και ούτως ειπείν στη ξεκούραση παρά στη κούραση, στην ευκολία παρά στη δυσκολία, είμαι σε ακολουθία με τη βασική αρχή της Φύσης.
Πιστεύω πολύ στο να έχει ο άνθρωπος (δηλαδή εγώ), άπλετο χρόνο να ξαπλώνει, να ξεκουράζεται, να ακούσει τον εαυτό του, όπως φαντάζομαι μια γάτα κουλουριασμένη στο χαλάκι της, ακούει το γουργουρητό της.
Πάντα μου άρεσε ο Ύπνος. Και τότε, πριν το τρελοκομείο και μετά, και πολύ περισσότερο τώρα, προσπαθώ να κοιμάμαι όσο πιο πολύ γίνεται. Το ιδανικό θα ήταν το μισό ή ακόμα και τα δυο τρίτα του εικοσιτετράωρου να είναι ύπνος ή έστω υπνάκος. Όπως τα αιλουροειδή. Κάπου διάβασα ότι τα λιοντάρια – δεν ξέρω αν αναφέρονταν στα αρσενικά ή στις λέαινες ή και στα δυο – κοιμούνται 18 με 20 ώρες τη μέρα, το υπόλοιπο είναι κυνήγι για φαί. Νομίζω πως αυτά τα πλάσματα τείνουν προς τη τελειότητα. Εγώ δεν μπορώ να κατορθώσω κάτι τέτοιο, το δοκίμασα στις διακοπές αλλά η ποιότητα του ύπνου διαπίστωσα πέφτει και το σώμα νερουλιάζει. Άσχημο… Ήμαστε ατελή θηλαστικά συγκρινόμενοι με τις γάτες.
Οι άνθρωποι που είναι δραστήριοι, εννοώ αυτοί που δεν βάζουν κώλο κάτω, πολυάσχολοι, με ένα σωρό φιλοδοξίες, υποχρεώσεις, προγράμματα και σκοπούς, μου φαίνονται ύποπτοι. Είτε θέλουν σώνει και καλά, να εξερευνήσουν όλες τις παραλίες του νησιού που κάνουν διακοπές, είτε να πετύχουν επαγγελματικά, την ίδια στιγμή που μεγαλώνουν δυο παιδιά, έχουν δραστηριότητες, πλήθος απόψεις και επιπλέον πρέπει να πάνε στη γιόγκα ή στο γυμναστήριο, και τη Κυριακή το μεσημέρι να τραπεζώσουν τα πεθερικά ή τα αφεντικά και άλλα τέτοια, σίγουρα κρύβουν κάτι, μια μαύρη τρύπα, ένα λευκό νάνο, ένα τρομερό φόβο ή μια αξιοπεριφρόνητη αμφιβολία…
Δεν πείθομαι πως είναι στη φύση του άνθρωπου να επιτελεί παραπάνω από ένα task τη φορά. Μετά οφείλει να ξεκουράζεται και να σκέπτεται λιγάκι (όχι πολύ). Έτσι λέω εγώ. Αλλά ευτυχώς η γνώμη μου δεν μετράει, σχεδόν καθόλου θα έλεγα, και έτσι έχω το κεφάλι μου ήσυχο και προπαντός όρθιο πάνω στους ώμους. Στις μέρες μας, ξέρεις, οι αποκεφαλισμοί είναι πολύ εύκολοι, ίσως πάντοτε να ήταν. Διάβασε Ιστορία και θα καταλάβεις τι λέω…
Τέλος πάντων, αποφάσισα τότε να γίνω Δημόσιος υπάλληλος. Και μπορώ να πω τώρα μετά τριάντα και πλέον χρόνια, ότι οι φορές που το μετάνιωσα είναι υποδιπλάσιες από τις φορές που επιβράβευσα τον εαυτό μου για την επιλογή μου.
Μη φανταστείς ότι είμαι τίποτα κοπρίτης ή λαμόγιο – υπάρχουν αρκετά- κάθε άλλο, υπήρξα συνεπής και τυπικός στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με τη λογική ( ή μη λογική) του Ελληνικού Δημοσίου και το συναδελφικό (ή αντισυναδελφικό κατά περίπτωση) περιβάλλον.
Έχω καταφέρει με το καιρό να εκπαιδεύσω τον εαυτό μου στην ευεργετική αδρανή ενατένιση. Απορείς τι είναι αυτό;
Παράδειγμα. Η γυναίκα μου βλέπει μανιωδώς τηλεόραση και μάλιστα έχει άποψη για ό`τι βλέπει, μάλιστα επιλέγει τι θα δει ή έτσι νομίζει. Στην αρχή αντιδρούσα, η τηλεόραση με ενοχλούσε, τώρα μου είναι ανυπόφορη, ιδιαίτερα όταν παίζει και μάλιστα με ήχο. Ήταν ένα πεδίο για γρίνιες και συχνούς καυγάδες. Όχι πλέον. Καθόμαστε και οι δυό ξάπλα στους καναπέδες μας και βλέπουμε τη τηλεόραση. Η γυναίκα μου τις ατέλειωτες Κορεάτικες σειρές του Netflix – άγνωστο γιατί – ενώ εγώ απλά επικεντρώνομαι στο μαύρο περιθώριο γύρω γύρω από την οθόνη. Έχω πια μάθει να με απορροφά αυτή η δραστηριότητα με μεγαλύτερο ενδιαφέρον, από ότι τα δικαστικά ή ρομαντικά θρίλερ στη Σεούλ.
Η θέληση του άνθρωπου μπορεί να επιτύχει τα πάντα, το πιστεύω ακράδαντα, και είναι μια ανακούφιση, μια αισιόδοξη νότα, την σήμερον, ξέρεις…
*
Και να όμως που βρέθηκα στο θέατρο! Εννοώ μέσα στο θέατρο, να παίζω, με θεατρικές ομάδες, θεατρικά εργαστήρια, σεμινάρια, τέτοια πράγματα, όχι ως θεατής αλλά από τη μέσα μεριά.
Ως θεατής εμένα πάντα μου άρεσε το σινεμά. Είναι πιο εύκολο, μπορείς να φας κάτι ενώ βλέπεις ταινία ή μπορεί να μπεις ή να φύγεις στα μέσα της προβολής, κανένας δεν θα ενοχληθεί και δεν χρειάζεται να χειροκροτήσεις στο τέλος. Το θέατρο ναι, μου αρέσει ως θεατής αλλα όχι τόσο. Είναι άβολο, δεν μπορείς καν να φταρνιστείς, όσο για να σηκωθείς να φύγεις ή να κατουρήσεις, ούτε λόγος και αν για κάποιο λόγο έχεις αέρια είναι πολύ αγχωτικό. Επί πλέον είναι ζωντανοί όλοι εκεί, θεατές και ηθοποιοί, και στο τέλος πρέπει να χειροκροτήσεις ακόμα και αν είναι μάπα.
Αλλά, φίλε, να παίζω στο θέατρο το σιχαίνομαι! Τόσο άγχος! Εγώ που είχα την ηρεμία μου και τρομάζω τόσο εύκολα. Ταχυπαλμία και κρύος ιδρώτας, συχνοουρία και ντροπή (είμαι συνεσταλμένος πρέπει να σου πω). Η ντροπή! – σε ποιόν αρέσει η έκθεση, το γδύσιμο μπρος σε τόσα μάτια αγνώστων ή ακόμα χειρότερα γνωστών! Πως τόλμησα; Πως μου ήρθε αυτή η διαστροφή, γιατί περί αυτού πρόκειται. Κάθε φορά που πρέπει να εκτεθώ, με όποιο τρόπο, ακόμα και για μια άσκηση θεατρικού παιχνιδιού, νοιώθω όπως ο φαντάρος που βγαίνει στη «σέντρα», στην αναφορά με τη ποινή της φυλακής να κρέμεται επί της κεφαλής του, μπροστά σε όλο το λόχο που παρακολουθεί.
Και όμως το κάνω. Ξανά και ξανά. Ανεβαίνοντας πίστες δυσκολίας από το συνοικιακό θεατρικό εργαστήριο, στο θίασο με έργο, σκηνικά, παρασκήνια, πρόβες και κοινό. Το κοινό! Απρόσωπο, σκοτεινό εκεί κάτω, αδυσώπητο, απειλητικό, εκφοβιστικό, ναι, μια φρίκη.
Ποιός, εγώ; Που θέλω την ησυχία μου. Γιατί; Με ρωτούν. Με ρωτώ. Γιατί;
Υπάρχει μια μόνο απάντηση ... Απλά επειδή μου αρέσει. Πως γίνεται; Έδωσα τη πλέον προφανή απάντηση. Γιατί είμαι μαζοχιστής. Έτσι απλά… Και ησύχασα. Μα το θεό. Κατάλαβα ποιός είμαι κι τι είμαι, ένας μαζόχας!
Κανένας δεν είναι τέλειος και εσύ είσαι ο τελευταίος που θα είχες μια τέτοια αξίωση, είπα. Ο καθένας έχει μια λόξα, ένα βίτσιο, ένα κρυφό κάτι. Εσύ, είσαι μαζοχιστής και πράγματι ένοιωσα ανακούφιση. Μπορώ να κάνω αυτό το τρομακτικό που κάνω, επειδή μου αρέσει να βασανίζομαι και να με βασανίζουν. Για αυτό είμαι τόσο υπάκουος και συνεπής. Τα θέλω και τα παθαίνω και επιπλέον πληρώνω. Αυτό λοιπόν δεν είναι μαζοχισμός;
Όμως και πάλι η ικανοποίηση που βρήκα την απάντηση για την προτίμηση μου στα βασανιστήρια με κοινό δεν κράτησε πολύ.
Σκέφτηκα, ότι για κάθε τι που πάει πάνω υπάρχει ένα άλλο που πάει κάτω. Το yin και το yang. Αν υπάρχει ζέστη κάπου θα υπάρχει και το κρύο. Με αλλα λόγια σε κάθε μαζόχα υπάρχει και ο σαδιστής.
Που είναι το σαδιστικό μου μέρος, αναρωτήθηκα. Διότι πάντοτε πίστευα ότι δεν μπορώ να βλάψω ούτε κουνούπι. Και έχοντας περίπου μηδενικές δραστηριότητες, τυπικές σχέσεις, ελάχιστες φιλίες και τα λοιπά και τα λοιπά, πως μπορώ να βασανίζω κάποιον, να το απολαμβάνω και να μην το ξέρω; Άρχισα ανήσυχος να ψάχνω, να θυμηθώ, να καταλάβω πως εκδηλώνεται το σαδιστικό κομμάτι μου.
Σκέφτηκα μήπως έχει σχέση με την έκφραση στο πρόσωπο της γυναίκας μου όταν ανοίγει την πόρτα και μπαίνει, μια έκφραση φρίκης με ανάκατο τρόμο από αυτό που αντικρίζει. Ίσως εκεί βρίσκεται ο σαδισμός, χλωμό μου φαίνεται αλλα μπορεί και να ισχύει …
Θυμήθηκα το γάτο. Γιατί με το που ανοίγω και μπαίνω, κρύβεται, χώνεται στα πιο απίθανα ντουλάπια. Ίσως να φταίει που κάποιες φορές εκεί που χουζουρεύει, τον γραπώνω ξαφνικά και τον σφίγγω σαν μια λουτρινη μπάλα στην αγκαλιά μου και ουρλιάζω ΓΑΤΕΛΑΙΟ, ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΓΑΤΕΛΑΙΟ, ΜΟΥΡΓΟ!. Μετά του δίνω ένα φιλάκι και τον αφήνω. Αυτό το αθώο παιχνιδάκι με το ανυπεράσπιστο γουναρικό, μπορεί να αποτελεί σαδιστική έκφραση. Πιθανόν από τη μεριά του γάτου να φαίνεται έτσι.
Έτσι, όπως αντιλαμβάνεσαι, αναλογίζομαι και αρχίζω να ανακαλύπτω κάποιες ενδείξεις βίαιης ή εκφοβιστικής συμπεριφοράς που ίσως κάποιος ειδικός να τις είχε κατατάξει ως έφεση προς το γνωστό μαρκήσιο.
Με αυτά, η αλήθεια είναι άρχισα να ηρεμώ. Σίγουρα έχω και τις δυο πλευρές τόσο, του μαρκήσιου ντε Σαντ, όσο και του Λεοπόλδου ντε Μαζόχ, σε κάποιες δόσεις, δόξα τω θεώ, κάπως ισορροπημένες. Νομίζω μπορώ και καλύτερα. Τελικά είμαι νορμάλ.-
10.10.2022
Κ.Β.