ΒΕΡΌΝΙΚΑ

2025-03-25 22:11

VERONIKA

Όταν ήμουν μικρός η μαμά μου για να ησυχάζει την αδελφή μου και εμένα μας διηγούνταν ιστορίες  καθώς καθόμασταν και οι τρεις μας κουλουριασμένοι πάνω στον καναπέ του μεγάλου δωματίου. Ιστορίες που άλλες τις έβγαζε απ’ το μυαλό της, άλλες τις είχε ακούσει από τη δικιά της μαμά και πιο σπάνια μας τις διάβαζε, αν και δεν πολύξερε πολλά γράμματα.

Μια φορά, βράδυ με τα πρώτα κρύα του φθινόπωρου να έχουν έρθει νωρίς, καθώς είμασταν κουλουριασμένοι στον καναπέ, κουκουλωμένοι με μια μάλλινη κουβέρτα και με την εσάρπα της μαμάς από μαλακό, απαλό μετάξι που εγώ λάτρευα, μας είπε την παρακάτω ιστορία.

Μια φορά ήταν ένα κοριτσάκι πολύ χαριτωμένο  και όμορφο, όμως ζούσε σε μια πολύ φτωχή οικογένεια με πολλά αδελφάκια και οι γονείς τους τα έφερναν βόλτα με δυσκολία και πολλές στερήσεις. Κάποτε η μητέρα της αποφάσισε πως είχε μεγλώσει αρκετά και έτσι το έστειλε σε ένα πλούσιο σπίτι στη διπλανή πόλη από το χωριό τους, για να βοηθά μια πλούσια κυρία στις δουλειές ώστε να ελαφρυνθεί η οικογένεια από ένα στόμα περισσότερο.

Η πλούσια οικογένεια όπου πήγε ήταν καλοί άνθρωποι, φρόντιζαν και παραχαΐδευαν το κοριτσάκι που όπως είπαμε ήταν πολύ όμορφο, με γαλανά μάτια και μπουκλένια καστανά μαλλιά. Όμως ήταν άμυαλο, επιπόλαιο και από τα πολλά παινέματα και παραχαϊδεύματα πήραν τα μυαλά του αέρα όπως λέγεται κι όλο ξεχνούσε να πάει να δει τους δικούς της στο χωριό. Συνήθισε στην πολυτέλεια, τα ωραία φαγιά και ντρέπονταν για την μιζέρια και την φτώχεια του πατρικού της.

Μια μέρα η πλούσια κυρία είπε ή μάλλον πρόσταξε το κοριτσάκι να επισκεφτεί τους γονείς της οπωσδήποτε και για πεσκέσι να τους πάει μια μεγάλη ωραιότατη φρατζόλα φρεκοζυμωμένο και φρεσκοψημένο ψωμί.

Το κοριτσάκι ξεκίνησε και πηγαίνοντας για να κόψει δρόμο, μπήκε στο δάσος που ήταν βαθύ και πυκνό. Περπάτησε κάμποσο και εκεί που κόντευε να βγει από το δάσος και να δει τα πρώτα σπίτια του χωριού βρήκε μπροστά της ένα βαλτότοπο. Για να μην λερώσει τα καθαρά μποτάκια και τα ολοκαίνουργια ρούχα της έβαλε την φρατζόλα κάτω, πάτησε πάνω της προσπαθώντας να διασχίσει τη λασπουριά. Όμως ο βάλτος ήταν μεγάλος και βαθύτερος από ότι νόμιζε και η φρατζόλα βούλιαζε μαζί με το κοριτσάκι. Κι όσο πιο πολύ έκανε να βγει τόσο πιο γρήγορα βυθίζονταν στο βούρκο.

Βούλιαξε βαθιά σε ένα κόσμο σκοτεινό, γεμάτο στοιχειά και γλιστερά τέρατα, άλλα  απ’ αυτά ήταν σαν γουστέρες και άλλα σαν καλλικαντζαροπίθηκοι.  Σ` αυτό το βούρκο βασίλευε μια κακιά μάγισσα με μαλλιά από φίδια και σκουληκαντέρες. Μόλις είδε το κοριτσάκι γέλασε με όλα τα σάπια δόντια της και είπε πως τώρα ήταν δικό της και ποτέ μα ποτέ δεν θα εβγαινε από αυτό το φριχτό κόσμο, αλλά θα ζούσε αιώνια εκεί να την υπηρετεί μαζί με τα τέρατα, τιμωρία για την αλαζονεία και την αμυαλοσύνη της.

Τότε το κοριτσάκι με φωνή όλο οργή και πόνο φώναξε:

 Ε, όχι! Αυτό είναι άδικο, πολύ άδικο! 

Η μάγισσα διέδωσε στον επάνω κόσμο αμέσως το πάθημα της. Σαν μαθεύτηκε τι έκανε το κοριτσάκι με τη φραντζόλα  που προορίζονταν για να φάει η πεινασμένη οικογένεια της, όλοι είπαν πως καλά έπαθε ότι έπαθε. Έτσι είπε η πλούσια κυρία που την έστειλε με το ψωμί στο χωριό της, ακόμα και η μητέρα της απλά σήκωσε τους ώμους της και είπε – καλά να πάθει το παλιοκόριτσο.

Άκουγα τη μητέρα μου να διηγείται αυτή την ιστορία, όχι τόσο με τα αυτιά μου,  μα πιο πολύ την άκουγα, την έβλεπα, την μύριζα με τα μάτια της ψυχής μου, καθώς έβγαινε από τα στήθια της, να ξεδιπλώνεται σαν ζωντανό ζώο και να τρυπώνει μέσα μου. Τότε έβαλα τα κλάματα δυνατά, άρχισα να κλαίω με λυγμούς όλο στεναχώρια για το άμοιρο κοριτσάκι. Αμέσως η μάνα μου με έσφιξε στην αγκαλιά της, με φίλησε, μου χάιδεψε το κεφάλι και μου σφούγγιξε τα δάκρυα λέγοντας:

Δεν τελειώνει έτσι αυτή η ιστορία, στο τέλος ένα γενναίο και όμορφο αγόρι σαν εσένα κατέβηκε στο βούρκο με τα τέρατα και έσωσε το κοριτσάκι από την αιώνια σκλαβιά, το πήρε επάνω στο φως και έζησαν μαζί.

Πέρασε ατέλειωτος καιρός  από τότε που μου είπε η μητέρα μου αυτή το παραμύθι και έτσι το ξέχασα.  Το  θυμήθηκα απόψε, ξαφνικά.

 

Το παραπάνω είναι σε αρκετά ελεύθερη απόδοση η εισαγωγή από το μυθιστόρημα Βερόνικα της Αμερικανίδας Μέρι Γκέιτσκιλ (Mary Gaitskill) . Συγγραφέα που εσχάτως ακολουθώ πιστά.   

Κ.Β. 10/2/2025