Από όλες τις αρετές ενός ανθρώπου υπάρχει μια που εγώ εκτιμώ περισσότερο από τόσες άλλες, αναγκαίες και επιβεβλημένες για ένα καλό χριστιανό, ώστε να μπορέσει να βρεθεί σαν έλθει το τέλος του, στη δεξιά του Κυρίου μας. Είναι χρησιμότατη η αρετή αυτή προπάντων όσο ο άνθρωπος κατέχει αξιώματα κοσμικά και καθήκον του είναι να υπηρετεί τη τιμή του ονόματος του, την ασφάλεια και ζωή του λαού του.
Ονομάζω ευθυκρισία αυτήν την αρετή και είναι, η ικανότητα να βλέπεις καθαρά, προς όλες τις κατευθύνσεις και τα ενδεχόμενα, ακόμα και όταν έχει πέσει καταχνιά ή μαύρο σκοτάδι και οι γύρω βρίσκονται σε σύγχυση και τρόμο. Πράγματα, όπως ξέρουμε, που έχουν σαν αποτέλεσμα να φέρνουν τη διχογνωμία, τη διχοστασία, τη διχόνοια και την αποστασία. Μακάριοι οι άρχοντες και οι ηγεμόνες που κατέχουν την αρετή των αρετών, να μη παρασύρονται από τις παραινέσεις των αυλοκολάκων, την πανουργία των ευνούχων, τις εμπάθειες των Δυνατών και τις φιλοδοξίες των στρατηγών!
Γράφω αυτά, από ανάγκη να ειπωθούν, και να μείνουν στο γραπτό, τα γεγονότα και οι αλήθειες, όπως εγώ – ο Ιωάννης Κωνσταντίνος Φωκιανός από τις Τράλλεις του Μαιάνδρου, τουρμάρχης και πρώτος υπασπιστής του δούκα Αλέξιου Φιλανθρωπινού, πιστός δούλος του καίσαρα και αυτοκράτορα των Ρωμαίων Ανδρόνικου Παλαιολόγου- τα κατέχω. Και όσο κατέχω ακόμα την αρετή της ευθυκρισίας, όσο το κεφάλι μου, που από αγαθή τύχη και χάρη στον όσιο Νικήτα και την ελεημοσύνη της Παρθένου Μαρίας στέκεται ανάμεσα στους ώμους μου, όσο μπορεί και να αραδιάζει λέξεις πάνω στο πάπυρο, οφείλω να μιλήσω τώρα και όχι αργότερα.
Φοβάμαι πως σύντομα θα είναι αργά, όχι γατί με πήραν τα χρόνια, [παρόλο που έχω πατήσει τα 50 εδώ και μερικά χρόνια, νοιώθω ακμαίος], αλλά γιατί το μυαλό μου από τις πολλές σκοτούρες και η ψύχη μου από τις τόσες καταστροφές που βίωσε, χάνουν τη καθαρότητα τους, τη σωστή κρίση, την αδέκαστη εκτίμηση ων πραγμάτων…
Και είναι οι ήττες και οι πίκρες μου, οι ίδιες με αυτές όλων των οι χριστιανών της Ανατολής που μας χτύπησε η μάστιγα του Θεού. Γιατί έχουμε γίνει επαίτες και πρόσφυγες στο τόπο μας, λοιδορούμενοι από τους Δυνατούς των Ρωμαίων της Ελλάδας, σφαγμένοι και βασανισμένοι από την ορδή των τούρκων, περιπαιγμένοι και ταπεινωμένοι από κάθε δουλικό αυλικό, από κάθε μιαρό Λατίνο, από κάθε έκφυλο βάρβαρο, εμείς που είχαμε ευλογηθεί να ζούμε στον επί γης Παράδεισο…
ΠΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟ ΠΑΧΥΜΕΡΗ, ΠΡΟΤΕΚΔΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΦΥΛΑΚΑ,
ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Προσφιλέστατε δίκαιε και υπέρσοφε Δέσποτα
Η μεγαλύτερη τιμή για μένα τον στασιαστή και επίορκο είναι η επιστολή σου! Η χαρά μου είναι απερίγραπτη και η ελπίδα πως επιτέλους θα συγχωρεθώ από τον σεβαστό Αυτοκράτορα μας Ανδρόνικο, έχει ανοίξει μέσα στην καρδιά μου, οδό πίστης και ελπίδας όμοια με αυτή που άνοιξε ο Κύριος στο λαό του Μωυσή για να διαβεί την Ερυθρά θάλασσα και να οδηγηθεί προς την ελευθερία και την Αγία Λύτρωση.
Οι Εβραίοι βέβαια πανηγύριζαν γιατί λυτρώθηκαν από την αιχμαλωσία στην Αίγυπτο και νόμιζαν ότι σαν περιούσιος λαός θα έβρισκαν τη θέση τους, πρώτοι μεταξύ όλων των άλλων, επί της γης, της Χαναάν, όπου έρεε το μέλι και το γάλα. Σοφέ πάτερ Γεώργιε, ξέρουμε ότι καθόλου ο Γιαχβέ δεν τους βοήθησε και εν τέλει πορεύτηκαν από αιχμαλωσία σε καταστροφή και από διωγμό σε εξορία και διασπορά μέχρι τους χρόνους μας.
Α, δεν είμαι ανόητος! Δεν έχω αυταπάτες, γιατί διαβάζω ακόμα με ψυχραιμία τα σημάδια των καιρών και τα διδάγματα των Γραφών και ιδιαιτέρως της Παλαιάς Διαθήκης. Στα χρόνια της φυλάκισης και εξορίας μου μετά την επανάσταση στη Βιθυνία, είχα χρόνο να μελετώ, Δέσποτα μου. Ξέρω ότι σε Εσένα μπορώ να μιλήσω χωρίς να παρεξηγηθώ και χωρίς εμπαθώς να διαβληθώ.
Παρόλο που γλύτωσα [με μικρές απώλειες, γιατί τι είναι η απώλεια ενός αυτιού και ενός ματιού, δοξασμένος ας είναι ο Πανάγαθος μας έδωσε από δυο, έτσι ώστε όταν πληρώνουμε εμείς οι αποστάτες το φόρο αίματος, να μην καταντούμε ανήμποροι επαίτες, αόμματοι], τη ζωή μου, μετά τη στάση μας πριν 7 χρόνια, για την οποία τόσο άδικα τιμωρήθηκε ο άρχοντας μου Αλέξιος Φιλανθρωπινός, βρίσκομαι εδώ στη Χηλή καταστραμμένος, φυλακισμένος. Μόλο που το μόνο που επιθυμώ είναι να δώσω το αίμα και τη ζωή μου όσο ακόμα έχω δυνάμεις, για την αυτοκρατορία και την Πίστη μας αυτό μου έχει απαγορευτεί επί ποινή εξωμοσίας και θανάτου.
Δέσποτα Γεώργιε, ίσως να μην ξαναβρεθούμε ποτέ, κάνε ότι μπορείς να κάνεις για τον εγγονό μου που τώρα είναι 13 χρονών παλληκάρι. Εγώ έχω να τον δω από πολύ μικρό. Μου γράφεις ο ανιψιός σου Μιχαήλ έχει αναλάβει την μόρφωση του και σε ευχαριστώ θερμά. Το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω για ανταμοιβή είναι αυτό που μου ζήτησες. Να σου γράψω με το νι και με το σίγμα όλα τα γεγονότα που έχουν πέσει στη αντίληψη μου από τότε που ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος πήρε τη Βασιλεύουσα διώχνοντας τους μισητούς Λατίνους. Τότε ήμουν όσο και εγγονός μου τώρα, και ήμουν περήφανος που ο μακαρίτης ο πατέρας μου ήταν ανάμεσα σε αυτούς που δοξάστηκαν εκείνη τη μέρα.
Δεν χρειάζεται να γράψω πολλά, είναι ήδη γραμμένα και με χαρά σου στέλνω ότι έχω βάλει στο γραπτό εδώ στη αφιλόξενη Χηλή. Όλα αυτά τα τελευταία χρόνια γράφω, σβήνω και ξαναγράφω. Είμαι σίγουρος ότι η πανσεβαστη Σοφία σου θα μετατρέψει τους άτεχνους μηρυκασμούς μου σε μια σεβαστική προς τον Κόσμο της Ανατολής Ιστορία.
Αυτά τα γραπτά είναι, ότι έχω, καθώς έχω χάσει κτήματα, προσόδους, οικία, οικογένεια, τιμή και ελευθερία. Σου στέλνω πάτερ Γεώργιε Παχυμέρη μαζί με την ειλικρινή μου αγάπη και τον ανείπωτο σεβασμό μου ένα πρώτο γραπτό που με τρεμάμενο και δειλό χέρι περιγράφω την πτώση της γενέτειρας μου, Τράλλεις.
Ιωάννης Κ. Φωκιανός, εκ Τράλλεων.
Όλοι μας ξέραμε ότι οδηγούμαστε στο γκρεμό! Χωρίς να μας συμβουλευτεί, αγνοώντας τις προτροπές αυτών που είχαν κάθε λόγο και συμφέρον να του πουν την αλήθεια, ο πρίγκιπας Ανδρόνικος, πήρε την απόφαση να ξανακτίσει τις άλλοτε κραταιές Τράλλεις. Ακούγοντας τους δικούς του παλατιανούς σύμβουλους, αποφάσισε να συγκεντρωθεί όλος ο χριστιανικός πληθυσμός, ευγενείς, κληρικοί και λαϊκοί, της κοιλάδας του Μαιάνδρου και να ονομαστεί η νέα πόλης Παλαιολογόπολη ή [κατά τους πλέον δουλικούς αυλικούς του] Ανδρονικόπολις. Τι τύφλωση! Κάθε έκκληση και λογικό επιχείρημα από την εμπειρία μας από τον πόλεμο εναντίον των τούρκων η πιο σωστά από τον ύπουλο κλεφτοπόλεμο που οι τουρκομάνοι νομάδες είχαν εξαπολύσει ενάντια στο Χριστιανικό κόσμο της Ανατολής, πήγαν στράφι! Είναι γνωστό ότι το μέρος που είναι χτισμένη η πόλη [παρόλο δίπλα στο ποτάμι] πάσχει από λειψυδρία, και σαν οχυρή θέση μειονεκτεί, γι αυτό απαιτείται στρατηγική οχύρωση με τα εγγυς φρούρια που όμως ήταν εγκαταλειμμένα και καταστραμμένα από τις συνεχείς επιδρομές.
Οι Τράλλεις είναι η αγαπημένη πατρίδα μου, εκεί γεννήθηκα στα καλά χρόνια του αυτοκράτορα Ιωάννη Δούκα Βατάτζη Λάσκαρη. Ήταν η πατρίδα, έτσι πρέπει να λέγεται, σε χρόνο παρελθόντα, αμετάκλητο και οριστικό. Γιατί η ανάκτηση της δεν θα γίνει ποτέ, όχι γιατί οι τούρκοι είναι ανίκητοι, αλλά γιατί η τύφλωση των ελλήνων της Πόλης και της Ελλάδας, η περιφρόνηση και αδιαφορία προς τις συμφορές μας, η εχθρότητα τους όταν ζητήσαμε υποστήριξη και πόρους για να αμυνθούμε, μαζί με την δεισιδαίμονα μοιρολατρία πλείστων κληρικών – ευτυχώς που υπάρχουν κληρικοί όπως εσύ πάτερ Γεώργιε και ο Κωνσταντίνος Ακροπολίτης, με την ευλαβική σοφία σας – που κηρύττουν ότι αξίζουμε, ότι παθαίνουμε ως αμαρτωλοί και ασεβείς προς το κύριο μας Ιησού Χριστό και το Σώμα Αυτού που είναι η Σεπτή Ορθόδοξη Εκκλησία!
Πήραμε εντολή εμείς οι στρατιώτες του αυτοκράτορα εν τη Ανατολή να μαζέψουμε το λαό και να υπερασπιστούμε την πόλη και τεθηκαμε υπό τη στρατηγεία του σεβαστού και τιμημένου Μέγα Δομέστικου, δούκα Μιχαήλ Ταρχηνειώτη. Αυτά λάμβαναν χώρα στα 1280 επί αυτοκράτορα Μιχαήλ του Παλαιολόγου, ο οποίος ανακάλεσε σύντομα στη πρωτεύουσα το πρίγκιπα Ανδρόνικο γιατί μάλλον καταλάβαινε ότι έφτανε η ώρα του και ήθελε τον διάδοχο του στην Κωνσταντινούπολη.
Για όποιον ξέρει [και χωρίς έπαρση το δηλώνω κανείς δεν ξέρει τον Τούρκο καλύτερα απο εγω, ο Ιωάννης Φωκιανός, μάρτυρες μου όλοι οι εν όπλοις αδελφοί μου στη Μικρασία] τον πόλεμο των νέων Αγαρηνών, των τουρκομάνων, καταλαβαίνει γιατί το σχεδιο των Παλαιολόγων στο Μαίανδρο ήταν καταδικασμένο.
Οι τουρκομάνοι είναι έφιπποι σκληροτράχηλοι και αυτάρκεις πολεμιστές, κινούνται πολύ γρήγορα, πολλές φορές νύχτα για να μη δίνουν στόχο από τις βίγλες, αποφεύγουν πάντα την μάχη εκ του συστάδην αλλά επιδίδονται σε ανελέητο κλεφτοπόλεμο.
Έτσι μόλις αυτοί αντιλήφτηκαν τι σχεδιάζαμε άρχισαν τις επιδρομές κατά το μήκος του Μαιάνδρου μέχρι την Έφεσο και για άλλη μια φορά τα χωριά και τα υποστατικά μας λεηλατηθήκαν και κάηκαν. Τα ελλιπώς φυλασσόμενα οχυρά καταστράφηκαν. Οι χριστιανοί υπέφεραν, προμήθειες δεν υπήρχαν, καμιά βοήθεια από την Πόλη, αντίθετα οι φοροεισπράκτορες του Λογοθέτη του Γενικού, ζητούσαν στο ακέραιο τους φόρους λες και δεν είχαμε πόλεμο πράγμα που εξόργιζε και πίκραινε τους πολιορκημένους.
Η ύπαιθρος ερημώθηκε και εκείνος ο χειμώνας [1281/82] ήταν φοβερός, ο λοιμός και η πείνα άρχισαν να θερίζουν...
Αυτό το χειμώνα της πείνας στις Τράλλεις [ή Ανδρονικόπολις ή Παλαιολογόπολη] κυκλοφορούσαν στο λαό φήμες και ιστορίες για τέρατα και σημεία.
Μια αυτές τις διαδόσεις μιλούσε για έναν πυρσό αναμμένο που εμφανίζονταν στα τείχη και περιδιάβαινε τις νύχτες στους έρημους δρόμους της πόλης. Κανείς δεν έβλεπε κάποιον να κρατά το δαυλό και όποιος τολμηρός τον πλησίαζε εξαφανίζονταν και μετά από λίγο εμφανίζονταν αλλού. Φόβος ενέσκηψε, οι νυχτερινές περίπολοι και οι βίγλες είχαν τόσο φοβηθεί που ο στρατοπεδάρχης διέταξε όσοι αρνούνταν την υπηρεσία να μαστιγωθούν για παραδειγματισμό. Όμως συνέβη το εξής θαυμαστό. Ο αδελφός του καστροφύλακα, ο οποίος ήταν εκ γενετής κωφός και άλαλος συνάντησε στο δρόμο του ένα βράδυ τον αναμμένο πυρσό φάντασμα. Μόνο που αυτός είδε ολοκάθαρα ότι τον κρατούσε ένας άντρας ψηλός ευγενής και με αρματωσιά αρχιστράτηγου. Δεν ήταν άλλος από τον κυρ- Ιωάννη Βατάτζη Λάσκαρη, τον αγαπημένο και προσφιλή όλων των ελλήνων της Ανατολής βασιλέα της Νίκαιας και αυτοκράτορα μας, πεθαμένου από χρόνους 28. Και μίλησε στον κωφό που άκουσε πεντακάθαρα να του λέει, να γρηγορούν οι φύλακες και να μη δειλιάζουν οι χριστιανοί αλλά με θάρρος να αντεπιτεθούν στους Αγαρηνούς άπιστους. Και από εκείνη τη νύχτα που κωφάλαλος άκουσε και μίλησε σαν να άκουγε και να μιλούσε από πάντα, όλοι πίστεψαν το θαύμα γιατί για το λαό της Μικρασίας ο κυρ Ιωάννης Βατάτζης ο Ελεήμονας πιστεύονταν ήδη άγιος και θαυματοποιός. Δεν μπορώ να επιβεβαιώσω η να διαψεύσω τίποτα μια και δεν είδα αναμμένο δαυλό και τον αδελφό του καστροφύλακα τον γνώρισα μόνο μετά το θαύμα όταν άκουγε και μιλούσε…
Τρεις μέρες μετά το επεισόδιο ο στρατηγός μας, δούκας Μιχαήλ Ταρχηνειώτης μου ανάθεσε μαζί με τους τουρμάρχες Νικήτα Δρεττό και Γεώργιο Κυριαζή να επιτεθούμε στους τούρκους και να φέρουμε όσες προμήθειες βρίσκαμε πίσω στη πόλη. Αυτό έπραξα με τους ικανούς αξιωματικούς όλοι τους αποφασισμένοι ντόπιοι και γνώστες της περιοχής. Όμως οι τούρκοι απέφυγαν την μάχη εκ παρατάξεως όπου θα έχαναν και για αυτό περιοριστήκαμε να κουβαλήσουμε ότι μπορούσαμε από προμήθειες.
Σύντομα οι τούρκοι επανήλθαν με πολλές ενισχύσεις και με επικεφαλής την ορδή του αμιρά Μεντεσέ, άρχισαν στενή πολιορκία. Τότε άρχισε το βάσανο της δίψας που με τις μέρες γίνονταν αβάσταχτο για τις 40000 ψυχές της πολιορκημένης πόλης. Άρχισαν οι πολιορκημένοι να πίνουν μέχρι και αίμα από τα άλογα ακόμα κάποιοι και κάτουρα, τέτοιο ήταν το μαρτύριο. Οι άθλιοι τουρκομάνοι μπορεί να πολεμούν και να σφάζονται αναμεταξύ τους για το χαλινό μιας καμήλας ή το σαμάρι ενός μουλαριού, αλλά ξαφνικά, όπως μια αγέλη λύκων οσμίζεται το θήραμα που έχει παγιδευτεί, ενώνονται σαν να είναι όλοι μια μεγάλη αγέλη και πέφτουν να το κατασπαράξουν. Έτσι κάνουν αυτοί οι άπιστοι και είναι άφθαστοι στο πόλεμο με το σκληρό τόξο και έλεος για τους χριστιανούς δεν έχουν κανένα αφού θεωρούν τους εαυτούς γαζηδες δηλ. ιερούς πολεμιστές του κορανίου, που όσους πιο πολλούς χριστιανούς σφάξουν τόσο δοξάζουν το όνομα του Αλλάχ και του ψευδοπροφήτη τους.
Απελπισμένος ο δούκας Μιχαήλ έστειλε στον αμιρά για να παραδώσει τη πόλη και να φύγουμε χωρίς τίποτα παρά μόνο σώζοντας τις ζωές μας. Ο τούρκος αρνήθηκε. Και οι Τράλλεις έπεσαν και έγινε σφαγή μεγάλη. Οι υπερασπιστές σκοτώθηκαν, οι τραυματισμένοι ξεκοιλιαστήκαν, οι παρθένες ατιμωθήκαν, εκκλησίες και οικίες όλα λεηλατηθήκαν και πυρπολήθηκαν. Τα πιο πολλά νεαρά αγόρια σκλαβώθηκαν και υποβλήθηκαν με τη βία σε περιτομή. Και όσοι δεν σφαχτήκαν, είκοσι χιλιάδες ψυχές πάρθηκαν σκλάβοι. Η καταστροφή και η ταπείνωση των πιστών του Σταυρού ήταν ατελείωτη.
Ο αμιράς Μεντεσέ δόξασε το όνομα του ανάμεσα στους τούρκους αλλά [φρόνιμα ποιών αυτός] δεν έκανε τις Τράλλεις - που τώρα λέγονταν Γκιουλχισάρ, πρωτεύουσα εγκαθιστώντας το σαράι του, άλλωστε η πόλη είχε καταστραφεί εντελώς.
Ο βάσανος και η συμφορά, η προσωπική και οικογενειακή μου, είναι ένα κόκκος σκόνης μέσα στον στρόβιλο των παθών που μαρτύρησαν οι χριστιανοί της Ανατολής. Θα περιοριστώ μόνο στα παρακάτω.
Σοβαρά τραυματισμένος αιχμαλωτίστηκα και χρωστώ τη ζωή μου στο ότι ξέρω καλά τα τούρκικα και περσικά αλλά και στην ευσπλαχνία ενός σεΐχη του Αμπντούλ Ταρίμ, ευλογημένος ας είναι αυτός και η οικογένεια του, [ο ίδιος μου είπε ότι οι πρόγονοι του ήταν προσήλυτοι χριστιανοί από καλή οικογένεια της Καππαδοκίας ,τους Μαυροχώμηδες που στην εποχή των αυτοκρατόρων Αγγέλων, άλλοι με το στανιό και άλλοι από μόνοι τους ασπαστήκαν το κοράνι.]
Έτσι άρχισε η αιχμαλωσία μου που κράτησε 6 χρόνια. Από όλη μου την οικογένεια διασώθηκε η κόρη μου Αναστασία που την είχα στείλει στη Προύσα. Τα πεθερικά και η γυναίκα μου σφαχτήκαν όπως και το αβάπτιστο μωρό. Τα δυο αγόρια έξι και οκτώ χρονών τα πήραν οι νικητές. Έμαθα όμως ότι επέζησαν.
Με τη χάρη της Παναγίας, επέζησα και ανέρρωσα. Και χάρις στον Άμπντουλ Ταρίμ βρέθηκα στο Φιλομήλιο, και μετά στο Καραχισάρ όπου ήταν τότε το σεράι του εμίρη Μεντεσέ στη υπηρεσία του οποίου ήταν ο σεΐχης. Αν και ήταν ο επικεφαλής των δολοφόνων της οικογενείας και πατρίδας μου κακία δεν του έχω. Τον γνώρισα προσωπικά και μου φέρθηκε με ηπιότητα και τιμιότητα, αναγνωρίζοντας ότι πιο πολλά έχει να κερδίσει από ικανούς και μορφωμένους Έλληνες. Με δέχτηκε χωρίς προκατάληψη και μπήκα και γω στην υπηρεσία του σαν γραμματικός και δραγομάνος. Οι τούρκοι όταν δεν πολεμούν στη καθημερινή ζωή τους είναι απλοί, ευπροσήγοροι και φιλόξενοι. Είναι πολύ φτωχοί και λιτοί, ζουν μόνο από τα ζώα τους, δεν μένουν σε ένα τόπο, να καλλιεργήσουν, πάρα μόνο πάνε όπου έχει καλή βοσκή. Ότι άλλο χρειάζονται το παίρνουν δια της λεηλασίας. Έτσι έχουν μάθει να ζουν και αυτός είναι τρόπος τους.
Έβαλε, ο εμίρης, να μάθει για τα δυο αγόρια μου. Βρέθηκαν. Ήταν στη ιδιοκτησία και δικαιοδοσία ενός τουρκουμανου μπέη που είχε πάρει μέρος στη μάχη των Τραλλεων. Είχε μόλις πριν λίγο καιρό εμφανιστεί με τη φυλή του από τα βάθη της ανατολής. Το όνομα αυτού Ετογρούλ. Μου έγινε ξεκάθαρο ότι τα παιδιά δεν θα τα ξανάβλεπα και έπρεπε να τα ξεχάσω και να συνεχίσω τη ζωή μου. Οι σχέσεις των Μεντεσέδων τούρκων με τον Ετογρούλ ήταν πολύ κακές, ακόμη και αυτοί οι βάρβαροι τον θεωρούσαν βάρβαρο και φανατικό γαζη. Σύμφωνα με τους τούρκους από τη στιγμή που στα παιδιά των απίστων γίνονταν περιτομή τα έδιναν σε ένα μουτερίς να τους μάθει το λόγο του κορανίου και τούρκικα. Άλλαζαν όνομα και πεπρωμένο, εισέρχονταν στον οίκο του Ισλάμ. Γι αυτό δεν υπήρχε περίπτωση να τα ξαναδώ ποτέ.
Ας είναι μάρτυς μου ο Κύριος και η Παναγία και όλοι οι Άγγελοι, ποτέ δεν σταμάτησα να ελπίζω, να προσεύχομαι για αυτά και να τα αναζητώ.
Τι είναι αυτό που οδηγεί κάποιους ανθρώπους προς τον αφανισμό τους? Ενώ γνωρίζουν ότι κάθε βήμα τους οδηγεί στο γκρεμό, δεν πισωπατούν, δεν αλλάζουν πορεία μα συνεχίζουν προς εκεί όπου υπάρχουν όλα τα σημάδια της καταστροφής?
Εγώ και πολύ άλλοι υπήρξαμε τέτοιοι άνθρωποι. Ακολούθησα την εντολή τότε, για την ολέθρια υπεράσπιση των Τράλλεων. Παγίδευσα εκεί την οικογένεια μου και είμαι ένοχος για τον χαμό της. Όσο και να επέμεινα να φύγουν να πάνε στη Προύσα ή στο κτήμα του πεθερού μου στη Κατοικία δεν με άκουσαν με διάφορες προφάσεις, νόμιζαν όπως πολλοί τότε, ότι ο Αυτοκράτορας και ο διάδοχος Ανδρόνικος θα μας έσωζαν. Δεν έχω κανένα ελαφρυντικό, όλοι όσοι “ξέραμε”, καταλαβαίναμε ότι οι υποσχέσεις των Παλαιολόγων για την Μικρασία ήταν τζούφιες. Έπρεπε να τους είχα με το στανιό διώξει, και ας ήταν η γυναίκα μου ετοιμόγεννη… φοβήθηκα όχι να μην χάναμε το παιδί που κυοφορούσε, αλλά μην πάθαινε αύτη τίποτα στο δρόμο. Ολέθριο σφάλμα! Το κρίμα αυτό θα με βασανίζει μέχρι το τέλος μου, ίσως και μετά από αυτό!
Γιατί δεν φύγαμε όπως τόσοι για τα νησιά ή στη Πόλη? ‘Ας είναι καταραμένη η ώρα που την πήραμε από τους Λατίνους, γιατί από τότε άρχισε η καταστροφή μας. Αυτό το τέρας που είναι η Κωνσταντινούπολη ρούφηξε και ακόμα ρουφάει κάθε ικμάδα ζωής από την χώρα μας…
Γλύτωσα από το θάνατο και ξέφυγα από την ατίμωση και αιχμαλωσία. Ξανάρχισα την ζωή μου δίπλα στον άρχοντα μου Αλέξιο, που του ορκίστηκα υποταγή μέχρι το θάνατο μου, όπως ορκίστηκα στη μάνα του [και εξαδέλφη μου] Μαρία προτού πεθάνει, να προσέχω τον γιό της. Έγινα προστάτης και προστατευόμενος του πιο λαμπρού δούκα της Χριστιανικής Ανατολής, του μόνου ανθρώπου που είχε την αγάπη του λαού και την ευφυΐα να αναστρέψει τον αφανισμό μας από τους άπιστους, όπως και το κατέδειξε με τις νίκες μας εναντίον τους. Όμως εγώ πρώτος ήξερα ότι τα καλά νέα δεν θα κρατήσουν και οι νίκες μας θα ξεσηκώσουν τη ζήλια και το μίσος των Δυνατών στην Κωνσταντινούπολη και στο Ιερό Παλάτιο. Ότι ο αδύναμος Αυτοκράτορας Ανδρόνικος θα άκουγε αυτούς, που το λαμπρό άστρο του καλύτερου στρατηγού που είχε βγάλει η Χριστιανοσύνη από την εποχή του αυτοκράτορα Ιωάννη δούκα Βατάτζη, τους σκίαζε και τους ταπείνωνε. Γιατί πάντα έτσι γίνεται και οι άχρηστοι, οι ανίκανοι και μοχθηροί πάντα βρίσκουν το δρόμο προς τα ευήκοα ώτα ενός καλού αλλά ανικάνου αυτοκράτορα! Είδαμε τι μας έρχονταν, εγώ και λίγοι πιστοί στον Αλέξιο. Ξέραμε ότι η στάση εναντίον του Αυτοκράτορα, θα αποτύγχανε και όλοι θα γινόμασταν στασιαστές και προδότες. Ξέραμε τον χαρακτήρα του υπέροχου άρχοντα μας Αλέξιου! Την τελευταία στιγμή θα δείλιαζε να μας οδηγήσει να χύσουμε αίμα ελληνικό. Αυτός που ήταν ατρόμητος! Ηττηθήκαμε και ο Αλέξιος Φιλανθρωπινός τυφλώθηκε με εντολή αυτοκρατορική. Απέτυχα και πάλι. Δεν μπόρεσα να προστατεύσω τον άρχοντα μου, όπως ορκίστηκα να κάνω. Αλλά θα μπορούσε να γίνει αλλιώς?
Οι άνθρωποι που πάνε κατεπάνω στο θηρίο του αφανισμού τους, γνωρίζοντας, αλλά πάντα επιμένοντας, είναι συνήθως οι έχοντες και κατέχοντες την αρετή της ευθυκρισίας, που όμως για λογούς που τους υπερβαίνουν πρέπει να είναι εκεί, στα στενά των Θερμοπυλών. Άλλοι θα είναι ένδοξοι σπαρτιάτες που η τιμή τους είναι να είναι πέσουν στο πεδίο της μάχης με το βασιλιά τους Λεωνίδα. Γιαυτους υπάρχει το «ταν ή επι τας» και το «μολών λαβέ» και έτσι ένδοξα περνούν στην αιωνιότητα. Υπάρχουν και οι 700 Θεσπιείς, που και αυτοί θα πέσουν και το ξέρουν. Δεν τους ενδιαφέρουν τα μολών λαβε, τα «τας ή επί ταν», δεν τους ενδιαφέρει αν θα γράψουν για αυτούς οι σοφοί χίλια χρόνια μετά. Αυτοί είναι εκεί γιατί οι Θεσπιές είναι κοντά και δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Οι βάρβαροι πρέπει να αντιμετωπιστούν και αυτό μπορεί να γίνει μόνο στις Θερμοπύλες. Γιατί οι Θεσπιές είναι το σπίτι και οι τάφοι των προγόνων τους και δεν γίνεται να φύγουν, να ξεχάσουν τις ταπεινές Θεσπιές και να πατρίσουν κάπου αλλού…
Για αυτούς που πάνε γνωρίζοντας τι κάνουν, να πέσουν στο γκρεμό, τα πως και τα γιατί δεν έχουν πολύ νόημα. Καλύτερα οι σοφοί να αναρωτηθούν για αυτούς εκεί στη Κωνσταντινούπολη. Πως είναι δυνατόν να βλέπουν ότι, δίχως την Ανατολή που ήταν πάντα το σώμα και το αίμα της αυτοκρατορίας των Ρωμαίων, μπορεί να ζήσει η κεφαλή του? Αυτοί είναι που βαδίζουν ολότελα στο αφανισμό, αδαείς, αναίσθητοι, υποκριτές με τα μάτια τους σφαλιστά!
Τι είναι αυτό που ευγενείς και λαό τους σέρνει προς την άβυσσο?
Χηλή, Δεκέμβριος 1302
SONIKEKALA/ 20.1.2014/ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ/ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ?