Τα πουκάμισα μου
Βάζω το φορεμένο, λερό μακρυμάνικο πουκάμισό μου. Ο καιρός ψύχρανε ξαφνικά σήμερα, αυτή τη πρώτη φθινοπωριάτικη μέρα και το μακρυμάνικο, άσπρο με αχνές γκριζωπές ρίγες πουκάμισο, τραβιέται περισσότερο.
Είμαι καταμεσής μιας γκρίζας, βροχερής μέρας με αστραπόβροντα και υπόσχεση μπόρας από πάνω μου, με μια θάλασσα σταχτιά και ύπουλα ήρεμη μπροστά μου.
Έχω φέρει δυο μακρυμάνικα πουκάμισα μαζί μου, στο σάκο μου. Το ένα, τόσο παλιό που δεν θυμάμαι, με λερό γιακά – φορεμένο στο ταξίδι στο νησί- το νοιώθω να μ` αγγίζει δροσερά, ένα ευγενικό ύφασμα, λεπτό, με τη φθαρμένη οικειότητα της πολλής χρήσης, ένα δεύτερο δέρμα. Το άλλο ολοκάθαρο, ολόλευκο και καινούργιο, το δοκίμασα αρχικά και με μιας το έβγαλα και το κρέμασα στην κρεμάστρα.
Θα πάρει καιρό, θα πάρει χρόνια, σκέφτηκα, να εκπαιδευτείς και να παιδευτείς επάνω μου.
Αν τώρα πέθαινα σίγουρα θα ήσουν ωραίο σάβανο στη μικρή κηδεία μου.
Ποτοκάκι, 13/9/2019
Κ.Β.